Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Η Σφαγή του Κατύν

Σφαγή του Κατύν ονομάζεται το έγκλημα των μαζικών εκτελέσεων χιλιάδων Πολωνών αξιωματικών, αστυνομικών, διανοούμενων, πολιτικών κρατουμένων και αιχμαλώτων πολέμου, που διαπράχθηκε από τη μυστική αστυνομία Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων (γνωστότερο από τα αρχικά NKVD ως Νι-Κα-Βε-Ντε) της Ε.Σ.Σ.Δ. κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και συγκεκριμένα από τις αρχές Απριλίου μέχρι τα τέλη Μαΐου του 1940.
    Σε απόσταση περίπου 500 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Πολωνίας, εντός του Ρωσικού εδάφους, παρά το δάσος του Κατύν, που βρίσκεται 6,5 χλμ. από την ομώνυμη πόλη, θανατώθηκαν κατά χιλιάδες, κρατούμενοι από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Κοζέλσκ. Ομοίως και σε άλλες περιοχές, εκτελέστηκαν κρατούμενοι των στρατοπέδων του Οστασκόφ και του Στάρομπελσκ, καθώς και από φυλακές της δυτικής Λευκορωσίας και δυτικής Ουκρανίας. Το γεγονός της σφαγής επηρέασε βαθιά τις σχέσεις Πολωνίας και Σοβιετικής Ένωσης για αρκετά χρόνια. Εκτιμάται πως ο αριθμός των θυμάτων έφτασε περίπου τις 22.000. Η πρώτη δημόσια αναφορά στο γεγονός της σφαγής του Κατύν έγινε στις 11 Απριλίου του 1943 μετά από ανακοίνωση αρχών της Ναζιστικής Γερμανίας περί της ανακάλυψης ομαδικού τάφου στο Σμολένσκ.Η Σοβιετική Ένωση αρνήθηκε οποιαδήποτε ευθύνη, επιρρίπτοντας τη στη Ναζιστική Γερμανία μέχρι το 1990, όταν επισήμως αναγνώρισε και καταδίκασε το έγκλημα εκ μέρους της NKVD, όπως και μεταγενέστερες προσπάθειες συγκάλυψής του. Το 2008 τα ρωσικά δικαστήρια προχώρησαν σε αποχαρακτηρισμό των σχετικών σοβιετικών αρχείων και το 2010 η Ρωσία αναγνώρισε πως η σφαγή του Κατύν διαπράχθηκε με εντολή του Ιωσήφ Στάλιν και της σοβιετικής ηγεσίας.Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσίας υποστηρίζει και σήμερα πως υπεύθυνη για τη σφαγή είναι η Ναζιστική Γερμανία, ενώ η Ρωσική κυβέρνηση, πέραν της αποδοχής των συμβάντων, απέφυγε να αποδεχτεί τον χαρακτηρισμό της γενοκτονίας ή των εγκλημάτων πολέμου για τα γεγονότα.Αν και δεν διασώζεται κανένα έγγραφο που να μαρτυρά το κίνητρο του Στάλιν για την απόφαση της μαζικής εκτέλεσης των κρατουμένων, ισχυρή θεωρείται η άποψη μεταξύ Ρώσων και Πολωνών ιστορικών πως την έλαβε, έστω εν μέρει, διότι συνιστούσαν μια ελίτ μελλοντικών ηγετών υπέρ μιας ανεξάρτητης Πολωνίας.Οι ρίζες της σφαγής του Κατύν, εκτός από τις συνέπειες του Γερμανοσοβιετικού συμφώνου, μπορούν επίσης να αναζητηθούν στην κακή προϊστορία των σχέσεων Πολωνίας-Ρωσίας. Η Ρωσία είχε διαδραματίσει ρόλο στην πολιτική ιστορία της Πολωνίας από τις αρχές του 1700. Η πλειοψηφία των Πολωνών αντιμετώπιζαν τη Ρωσία ως εχθρό, ενώ από την άλλη πλευρά, για τη Ρωσία, οι Πολωνοί συνιστούσαν απειλή για την ασφάλεια της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και πολύ αργότερα της Σοβιετικής Ένωσης.
Λεπτομερές σχεδιάγραμμα της περιοχής του Κατύν

      Η απόφαση για την εκτέλεση των Πολωνών αιχμαλώτων πολέμου από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Οστασκόφ, Σταρομπέλσκ και του Κοζέλσκ, καθώς και από άλλες φυλακές της δυτικής Λευκορωσίας και δυτικής Ουκρανίας, λήφθηκε ουσιαστικά στις 5 Μαρτίου του 1940, όπως καταγράφεται σε έγγραφο του επικεφαλής της NKVD Λαβρέντι Μπέρια προς τον Στάλιν. Οι μαζικές εκτελέσεις έλαβαν χώρα από τις αρχές Απριλίου μέχρι τα τέλη Μαΐου του 1940. Αρκετές πληροφορίες αντλούνται μέσα από επίσημα έγγραφα για τη μεθοδολογία των εκτελέσεων. Στις σωζόμενες αναφορές της NKVD διαφαίνεται πως οι κρατούμενοι αφήνονταν να πιστεύουν πως θα επέστρεφαν στις οικογένειές τους, προκειμένου να αποφεύγεται οποιαδήποτε αντίσταση. Μετά από τον έλεγχο των κρατουμένων, κατάλογοι με τα ονόματα όσων επρόκειτο να εκτελεστούν στέλνονταν στους επικεφαλής των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η απόφαση εκτέλεσης κάποιου κρατούμενου άλλαζε την τελευταία στιγμή. Δεν εκτελούνταν όσοι επιλέγονταν από τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες ή κατόπιν αιτήματος της γερμανικής πρεσβείας στη Μόσχα, Γερμανοί και Λετονοί που δε διέθεταν ενοχοποιητικά στοιχεία, πληροφοριοδότες ή άλλα πρόσωπα που κρίνονταν χρήσιμα.Οι κρατούμενοι στο Οστασκόφ μεταφέρθηκαν με τρένο στο Καλίνιν. Ο τρόπος εκτέλεσής τους δεν τεκμηριώνεται από έγγραφα της NKVD, ωστόσο αποκαλύφθηκε από τον αυτόπτη μάρτυρα Ντμίτρι Τοκάρεφ, τον Μάρτιο του 1991. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, οι αιχμάλωτοι χωρίζονταν σε ομάδες των 250 ατόμων και εκτελούνταν βράδυ. Συμμετείχαν περίπου τριάντα μέλη της NKVD, ενώ επικεφαλής των εκτελέσεων ήταν ο Vasili Blokhin. Οι αιχμάλωτοι του Σταρομπέλσκ μεταφέρθηκαν στο Χάρκοβο, επίσης με τρένο. Όπως προκύπτει από επίσημα έγγραφα της NKVD, μέχρι τα τέλη Μαΐου του 1940, αριθμός των κρατουμένων που έφθασαν στο Χάρκοβο έφθασε τις 3.896, ενώ σε άλλη αναφορά υψηλόβαθμου αξιωματούχου (3 Μαρτίου 1959) καταγράφονται 3.820. Οι εκτιμήσεις αυτές διαφέρουν από μεταγενέστερο έλεγχο Πολωνών ερευνητών, οι οποίοι κατέληξαν σε μικρότερο αριθμό, 3.739.Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Mitrofan Syromiatnikov, οι εκτελέσεις επιθεωρούνταν από μέλη της NKVD που είχαν σταλεί από τη Μόσχα, όπως και στην περίπτωση του Οστασκόφ. Για τις εκτελέσεις των κρατουμένων στο στρατόπεδο του Κοζέλσκ δεν υπάρχει καμία αυτόπτης μαρτυρία. Οι εκσκαφές εκ μέρους της Γερμανίας που έλαβαν χώρα το 1943 αποκάλυψαν πως περίπου το 20% των θυμάτων είχαν δεμένα πίσω τα χέρια, ενώ ορισμένοι από αυτούς, όσοι πιθανώς προέβαλαν μεγαλύτερη αντίσταση, είχαν επίσης στο στόμα τους ίχνη από πριονίδια. Το σκοινί ήταν περασμένο με τέτοιο τρόπο από το λαιμό των αιχμαλώτων, ώστε το τράβηγμά του να προκαλέσει και τον πνιγμό τους.
Το 1943, η Ναζιστική Γερμανία, κατέχοντας πλέον τα σοβιετικά εδάφη στα οποία είχαν τελεστεί οι μαζικές εκτελέσεις, στην προσπάθειά της να εκμεταλλευτεί πολιτικά το γεγονός, ανακοίνωσε την ανακάλυψη ομαδικών τάφων στο δάσος του Κατύν, ως αποτέλεσμα σοβιετικών εγκλημάτων πολέμου. Η αποκάλυψη αυτή των ευρημάτων οδήγησε στο πάγωμα των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Μόσχας και της εξόριστης τότε πολωνικής κυβέρνησης στο Λονδίνο.
Σχεδόν αμέσως οι Ναζί σχημάτισαν μια διεθνή δωδεκαμελή επιτροπή από γιατρούς, ιατροδικαστές και εγκληματολόγους με αντιπροσώπους από διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες (όλες σύμμαχες ή κατεχόμενες πλην της Ελβετίας) για να εξετάσει τα πτώματα.
Η Σοβιετική Ένωση έριξε την ευθύνη για τις ομαδικές θανατώσεις στο Ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας.
     Οι Σοβιετικοί βρίσκονταν στο Κατύν μέχρι τον Ιούνιο του 1941 οπότε και άρχισε η επίθεση του Χίτλερ κατά της ΕΣΣΔ. Μόλις η Σοβιετική Ένωση ανακατέλαβε την περιοχή του Κατύν το 1944, συστήθηκε επιτροπή με επικεφαλής τον ακαδημαϊκό Μπουρντένκο για να ερευνήσει το έγκλημα.
Το πόρισμα Μπουρντένκο, όπως ονομάστηκε, τοποθετούσε την ημερομηνία των εκτελέσεων τον Οκτώβριο του 1941, δηλαδή την περίοδο που την περιοχή του Κατύν είχαν καταλάβει οι Ναζί. Η ημερομηνία καθορίστηκε σύμφωνα με έγγραφα της 20ής Οκτωβρίου 1941 που βρήκαν οι ερευνητές της Σοβιετικής Ένωσης πάνω στα πτώματα. Σύμφωνα με το πόρισμα στους τάφους υπήρχαν κάλυκες από σφαίρες των 7,65mm και αρκετές των 9mm. Επίσης, σε αυτές των 7,65mm υπήρχε ο κωδικός Geko. Παράλληλα, σημαντικός αριθμός θυμάτων βρέθηκε με τα χέρια δεμένα με ειδικό είδος σπάγκου. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά:
  • Όπλα και σφαίρες των 7,65 mm και των 9 mm εκείνη την περίοδο δεν υπήρχαν στην ΕΣΣΔ. Υπήρχαν στη Γερμανία.
  • Η συντομογραφία Geko ανήκε στο γερμανικό εργοστάσιο παραγωγής σφαιρών Genshovik.
  • Το είδος σπάγκου με το οποίο ήταν δεμένα τα θύματα δεν παραγόταν στην ΕΣΣΔ αλλά στη Γερμανία.
 Μέλη της δωδεκαμελούς ευρωπαϊκής επιτροπής από ειδικούς, την οποία συνέστησαν οι Γερμανοί για να διερευνήσουν τα ευρήματα στους ομαδικούς τάφους, όπως ο Βούλγαρος ιατροδικαστής Μάρκοφ και ο Τσεχοσλοβάκος καθηγητής Χάγιεκ, ισχυρίζονταν ότι τα πτώματα ήταν ιατροδικαστικώς αδύνατο να είχαν θανατωθεί το 1940 και προσδιόριζαν ως χρόνο ταφής τους το χειμώνα του 1941 προς 1942,ενόσω, δηλαδή, η περιοχή βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή.
Στο ημερολόγιο του Γκαίμπελς, με εγγραφή στις 8 Μαΐου 1943, αναφέρονται τα εξής: «Εδωσα οδηγίες να γίνει η ευρύτερη δυνατή εκμετάλλευση αυτού του προπαγανδιστικού υλικού. Θα μπορέσουμε να επιζήσουμε με αυτό για μια - δυο βδομάδες......δυστυχώς στους τάφους του Κατύν βρέθηκαν γερμανικές σφαίρες... Είναι απαραίτητο αυτή η πληροφορία να παραμείνει άκρως απόρρητη. Αν ποτέ ερχόταν εν γνώσει του εχθρού, η όλη υπόθεση του Κατύν θα κατέρρεε»Και αλλού: «Υπολογίζουμε το ενδεχόμενο να πάμε την αντισοβιετική καμπάνια πολύ μακριά, αλλά αισθανόμαστε ότι δεν πρέπει να χάσουμε την ευκαιρία να αξιοποιήσουμε τη Γενική Συνέλευση (του ΟΗΕ) για έναν τόσο πολύτιμο προπαγανδιστικό σκοπό. Μπορούμε να αναδείξουμε τη σφαγή στο Κατύν...» (Ντοκουμέντα του US Department of State / Foreign Relations of the United States, «Σχέσεις ΗΠΑ - ΟΗΕ», τόμος ΙΙΙ, 1952-1954, σελ. 13). Στις 29 Ιουνίου του 1945, η αμερικανική εφημερίδα New York Times ανέφερε: «Η ιστορία με τους μαζικούς τάφους στο Κατύν, που προκάλεσε το παγκόσμιο αίσθημα πριν δύο χρόνια, ήταν μια προπαγανδιστική παράσταση που έστησαν οι Γκαίμπελς και Ρίμπεντροπ, ώστε να προκληθεί ρήγμα μεταξύ της Ρωσίας και των Δυτικών Συμμάχων».
Οι σφαίρες που βρέθηκαν στον τόπο των εκτελέσεων είχαν παραχθεί στη Γερμανία, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τις ημερολογιακές καταχωρίσεις του Γκαίμπελς
      Αμέσως μετά την απάντηση της Σοβιετικής Ένωσης, οι κυβερνήσεις της Μ. Βρετανίας και των Η.Π.Α. υποστήριξαν την εκδοχή της Σοβιετικής Ένωσης.Στη Μ. Βρετανία και στις Η.Π.Α. επεβλήθηκε λογοκρισία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι Πολωνοί κατηγορήθηκαν για υποστήριξη της εκδοχής των Ναζί. Ωστόσο, και οι δύο κυβερνήσεις είχαν σαφείς ενδείξεις για την ενοχή της Σοβιετικής Ένωσης και πλέον θεωρούνται συνένοχες ως προς τη συγκάλυψη του εγκλήματος.
      Η εξόριστη Πολωνική κυβέρνηση στο Λονδίνο πίεζε τη Βρετανική κυβέρνηση να επιρρίψει την ευθύνη στη Σοβιετική Ένωση. Οι Βρετανοί, αν και πίστευαν ότι το Σοβιετικό Καθεστώς ήταν υπεύθυνο, διατηρούσαν αμφιβολίες ότι μπορούσε να είχε διαπράξει ένα έγκλημα τέτοιου μεγέθους. Ταυτόχρονα, ήθελαν να διατηρήσουν τη συμμαχία με τη Σοβιετική Ένωση και να κρατήσουν σε ισορροπία τις σχέσεις Πολωνίας - Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ υποστήριξε τις θέσεις του Ιωσήφ Στάλιν και στις 24 Απριλίου του 1943 τον διαβεβαίωσε ότι θα ήταν κατά οποιασδήποτε έρευνας του Ερυθρού Σταυρού.Ακολούθησε την ίδια στάση με τη Σοβιετική Ένωση, θεωρώντας απάτη τις έρευνες επί γερμανικού εδάφους.Στις 27 Απριλίου έστειλε τηλεγράφημα στον Στάλιν στο οποίο δήλωνε ότι θα επέβαλε πειθαρχία στην Πολωνική κυβέρνηση και θα σταματούσε τις επιθέσεις του Πολωνικού Τύπου στην κυβέρνηση του Σικόρσκι.
Στη δίκη της Νυρεμβέργης το Κατύν αναφέρθηκε μόνο στο κατηγορητήριο. Αναφερόμενος αργότερα στα γεγονότα της δίκης ο Ουίνστον Τσώρτσιλ έγραψε ότι οι νικήτριες δυνάμεις τις οποίες αφορούσε η σφαγή του Κατύν θεώρησαν ότι έπρεπε να αποφύγουν το θέμα και το Κατύν δεν εξετάστηκε ποτέ επιμελώς.
Κατάθεση στεφάνων στο μνημείο που έχει στηθει στο τόπο των εκτελεσεων απο πολωνική και ουκρανική αντιπροσωπεία
Αυτή η βρετανική στάση διατηρήθηκε για αρκετές δεκαετίες μέχρι την πτώση του Σοβιετικού Καθεστώτος και πλέον θεωρείται από ιστορικούς συγκάλυψη της σφαγής του Κατύν.
Ο αριθμός των θυμάτων, κατά ρωσική δικαστική απόφαση του 2005, ανήλθε στους 1.803 εκτελεσθέντες, ενώ ο συνολικό αριθμός εκτιμάται γενικά στις 22.000, από τους οποίους οι 8.000 αξιωματικοί.Τα θύματα θανατώθηκαν στο δάσος Κατύν στη Ρωσία, στις φυλακές Καλίνιν (στο Τβερ) και Χάρκοβο και σε διάφορα άλλα μέρη. Οι Πολωνοί αξιωματικοί είχαν αιχμαλωτιστεί κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εισβολής στην Πολωνία το 1939, ενώ οι υπόλοιποι, επίσης Πολωνοί υπήκοοι, αιχμαλωτίσθηκαν με τις κατηγορίες ότι υπήρξαν πράκτορες, πολιτοφύλακες, δολιοφθορείς, μεγαλογαιοκτήμονες, εργοστασιάρχες, ιερείς και αξιωματούχοι. Πολλοί από τους αυτούς ήταν εξέχοντα μέλη της εβραϊκής, ουκρανικής, γεωργιανής και λευκορωσικής κοινότητας της Πολωνίας.
Η σφαγή του Κατύν αναφέρεται στην μαζική θανάτωση Πολωνών υπηκόων, που διαπράχθηκε όχι μόνο στο δάσος του Κατύν, αλλά και σε άλλες τοποθεσίες της σοβιετικής επικράτειας, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κάτω από τις διαταγές του Ιωσήφ Στάλιν, βάσει πρότασης του σοβιετικού Υπουργείου Εσωτερικών
.
Το 2010, η ρωσική Κάτω Βουλή (Δούμα) εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο επιρρίπτει την ευθύνη της διαταγής για τη σφαγή στο Κατύν, στον ίδιο τον Στάλιν και σε άλλους Ρώσους αξιωματούχους.

πηγη: http://el.wikipedia.org

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου