Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

Μαρία Αντουανέτα

         Η Μαρία Αντουανέτα βαφτίστηκε με το όνομα Μαρία Αντωνία Ιωσηφίνα Ιωάννα, δούκισσα της Αυστρίας. Ήταν το 15ο και τελευταίο παιδί της αυτοκράτειρας Μαρίας Θηρεσίας και του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Α΄ της Αυστρίας. Οι δυσκολίες κατά τη διάρκεια της γέννας της Μαρίας Αντουανέτας, αλλά και ο καταστροφικός σεισμός της Λισαβώνας, την ίδια ακριβώς μέρα που γεννήθηκε, ήταν "οιωνοί" θανάτου, για την άσχημη πορεία που θα ακολουθούσε η μετέπειτα βασίλισσα της Γαλλίας.
         Σύντομα φάνηκε ο ατίθασος χαρακτήρας της, όταν προκαλούσε συχνά φασαρίες και αρνείτο να κάνει μάθημα, για να ασχοληθεί με άλλα πράγματα. Η ανατροφή της βασιζόταν, όπως και στα υπόλοιπα αδέρφια της, σε ένα σκληρό πρόγραμμα το οποίο είχε δημιουργήσει η ίδια η αυτοκράτειρα. Το πρόγραμμα αυτό περιελάμβανε μαθήματα χορού,θεατρικές παραστάσειςιστορίαζωγραφική, ορθογραφία, γεωγραφίαμαθηματικά και εκμάθηση ξένων γλωσσών. Τα κορίτσια επιπλέον μάθαιναν την τέχνη του κεντήματος.
             Η αυτοκράτειρα ενδιαφερόταν να βελτιώσει τις σχέσεις της με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, για να κερδίσει η Αυστρία την εμπιστοσύνη της Ευρώπης. Ήξερε ότι οι συγγενικοί δεσμοί με τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης θα δυνάμωναν την θέση της Αυστρίας. Περισσότερο ενδιαφερόταν να συνάψει και να βελτιώσει τις σχέσεις της με τον βασιλικόΟίκο των Βουρβόνων, που κυβερνούσαν στην Γαλλία, την Ισπανία και την Σικελία.
             Ο γάμος της Μαρίας Αντουανέτας με τον μετέπειτα Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ της Γαλλίας ήταν από νωρίς στα σχέδια της Μαρίας Θηρεσίας. Απέβλεπε στο να φέρει την πολυπόθητη ειρήνη ανάμεσα στη Γαλλία και την Αυστρία. Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις, ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΕ΄ της Γαλλίας ζήτησε το χέρι της Μαρίας Αντουανέτας για χάρη του εγγονού του, τον μετέπειτα Λουδοβίκο ΙΣΤ΄.
          Μετά την υπογραφή του γαμήλιου συμβολαίου, η Μαρία Αντουανέτα ξεκίνησε εντατικά μαθήματα εκμάθησης των γαλλικών, ώστε να είναι έτοιμη για τον ρόλο της ως βασίλισσας της Γαλλίας.
Στις 19 Απριλίου 1770 ο γάμος έγινε στην Βιέννη. Τις επόμενες ημέρες προετοιμάστηκε η αναχώρηση της μέλλουσας βασίλισσας και η Μαρία Θηρεσία καθησύχαζε την κόρη της που έκλαιγε συνεχώς.
Το 14χρονο κορίτσι αποχαιρέτησε στις 21 Απριλίου 1770 την μητέρα της και τα αδέλφια της στη Βιέννη και αναχώρησε για τη Γαλλία, για το πολυτελές ανάκτορο των Βερσαλλιών. Στις 16 Μαΐου έγινε ο πραγματικός γάμος της Μαρίας Αντουανέτας με τον μετέπειτα Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ στις Βερσαλλίες, και η νέα βασίλισσα παρουσιάστηκε στην γαλλική βασιλική αυλή.
Το 1774 το βασιλικό ζευγάρι ανέβηκε επίσημα στον γαλλικό θρόνο μέσα από φαντασμαγορικές τελετές, αλλά σύντομα ήρθε σε ρήξη με το γαλλικό αντιαυστριακό κόμμα. Και όχι μόνο με το αντιαυστριακό κόμμα, αλλά και με τις θείες του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΣΤ΄, που έβγαλαν στη Μαρία Αντουανέτα το όνομα "η Αυστριακή".
             Ξόδευε κάθε μήνα 15.000 λίβρες για ζητήματα όπως η μόδα, οι κομμώσεις και πολυτελή κοσμήματα, καθώς και για την ανέγερση ενός μικρού, αλλά πολύ πολυτελούς κτίσματος στις Βερσαλλίες, το Μικρό Τριανόν, ενώ μεγάλο μέρος του γαλλικού πληθυσμού πέθαινε από την πείνα. Αυτό δεν βοηθούσε καθόλου τις σχέσεις της με τον γαλλικό λαό, ο οποίος ήταν δυσαρεστημένος από εκείνη, ενώ ταυτόχρονα οργίαζαν οι φήμες γύρω από την ίδια και την ιδιωτική της ζωή, όπως και τις σεξουαλικές της προτιμήσεις.
            Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές την επισκέφτηκε ο αδερφός της αυτοκράτορας Ιωσήφ Β΄ των Αψβούργων, ο οποίος προσπάθησε να την συνετίσει, θυμίζοντας της τις υποχρεώσεις της απέναντι στον γαλλικό λαό. Από τότε, και ιδίως μετά τη γέννηση της πρώτης κόρης της, Μαρίας Θηρεσίας Καρλόττας, τον Δεκέμβριο του 1778, η βασίλισσα ζούσε πιο απλά.
            Με τον θάνατο της μητέρας της το 1780, η Μαρία Αντουανέτα έχασε μία καλή και έξυπνη σύμβουλο. Η θέση της όμως ενδυναμώθηκε, όταν το 1781 γεννήθηκε ο πρώτος της γιος, Λουδοβίκος Ιωσήφ, που πέθανε σε ηλικία οκτώ ετών. Το1785 γεννήθηκε ο δεύτερος της γιος, Λουδοβίκος, δούκας της Νορμανδίας, και το 1786 η δεύτερη κόρη της, Σοφία Βεατρίκη, η οποία πέθανε το 1787.
Το έτος 1789 αποτέλεσε σημείο καμπής στην ζωή της Μαρίας Αντουανέτας. Στις 4 Ιουνίου πέθανε ο πρωτότοκος γιος της. Η οικονομική και πολιτική κατάσταση της Γαλλίας χειροτέρευε συνεχώς. Γρήγορα ξέσπασε και η Γαλλική Επανάσταση.
           Στις 5 και 6 Οκτωβρίου 1789, ο λαός του Παρισιού ξεχύθηκε στο βασιλικό ανάκτορο των Βερσαλλιών και εξαγριωμένος κατευθύνθηκε προς το υπνοδωμάτιο της Μαρίας Αντουανέτας. Εκείνη από μια μυστική έξοδο κατάφερε να φτάσει στα διαμερίσματα του βασιλιά και έτσι γλίτωσε το λιντσάρισμα. Αλλά αν και γλίτωσε, η βασιλική οικογένεια, αιχμαλωτίστηκε. Στη συνέχεια την μετέφεραν στο Παρίσι. Η βασίλισσα όμως προσπάθησε να δραπετεύσει μαζί με τον βασιλιά και τα παιδιά της, βοηθούμενη από φίλους και συγγενείς στο εξωτερικό. Η προσπάθειά της αυτή απέτυχε, καθώς συνελήφθη κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο, όταν κάποιος αναγνώρισε τον Λουδοβίκο από την απεικόνιση του προσώπου του σε ένα νόμισμα. Η αναγνώριση θα ηταν λογικά εύκολη, καθώς οι βασιλείς ήταν τόσο προσηλωμένοι στο πρωτόκολλο, που δεν έλαβαν τις απαραίτητες προφυλάξεις για τη μεταμφίεσή τους και ταξίδευαν και με αντικείμενα πάνω τους (και μέσα στην άμαξα) που τους έκαναν εύκολο στόχο.
Φυλακίστηκε στο Παρίσι, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της βασιλικής οικογενείας. Στη φυλακή και μέσα από τα γράμματά της η Μαρία Αντουανέτα εμφάνισε μια πρωτοφανή αλλαγή στον χαρακτήρα της. Καθοδηγούσε και έδινε συμβουλές στους δικούς της ανθρώπους και εμφανίζοταν αποφασισμένη να οδηγήσει η ίδια την εκστρατεία ενάντια στην επανάσταση.

Παρόλα αυτά καρατομήθηκε. Τα τελευταία της λόγια, «Συγχωρήστε με, κύριε» απευθύνονταν στον δήμιο της, Σαρλ-Ανρί Σαμσόν, του οποίου το πόδι πάτησε κατά λάθος.
Της αποδίδεται η θρυλική φράση: «αν δεν έχει ο λαός ψωμί, ας φάει παντεσπάνι», αν και κατά μία άλλη εκδοχή δεν το είχε πει η ίδια,αλλά η φράση κυκλοφορούσε σε διάφορα έντυπα ήδη από το 1760 αντικατοπτρίζοντας την παρακμή της αριστοκρατίας.

πηγή: https://el.wikipedia.org

Παρασκευή 3 Απριλίου 2015

Η Μάχη του Μαραθώνα

    Η Μάχη του Μαραθώνα , που διεξήχθη τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ, αποτελεί σύγκρουση μεταξύ των Ελλήνων (Αθηναίοι και Πλαταιείς) και των Περσών κατά την πρώτη εισβολή των Περσών στην Ελλάδα.
           Μετά την αποτυχία της Ιωνικής Επανάστασης, ο Δαρείος συγκέντρωσε μεγάλη δύναμη για να εκδικηθεί την Αθήνα και την Ερέτρια, οι οποίες είχαν βοηθήσει τους Ίωνες. Το 492 π.Χ, έστειλε δύναμη, υπό την ηγεσία του Μαρδόνιου αλλά ο περσικός στόλος καταστράφηκε από τρικυμία παραπλέοντας τον Άθω. Τελικά το 490 π.Χ., υπό τη διοίκηση του Δάτη και του Αρταφέρνη, ο περσικός στρατός κατέλαβε τις Κυκλάδες, κατέστρεψε την Ερέτρια και στρατοπέδευσε στον Μαραθώνα, όπου τους αντιμετώπισε μια δύναμη Αθηναίων και Πλαταιέων. Η μάχη έληξε με αποφασιστική νίκη των Ελλήνων - που οφειλόταν στην στρατιωτική ιδιοφυΐα του Μιλτιάδη - και οι Πέρσες αναγκάσθηκαν να φύγουν στην Ασία. Ο Δαρείος άρχισε να συγκεντρώνει και πάλι στρατό, αλλά πέθανε σε λίγο. Ο γιος του Ξέρξης επιχείρησε και εισέβαλε στην Ελλάδα (το 480 π.Χ), αλλά η εισβολή του έληξε με αποτυχία.Η μάχη του Μαραθώνα έδειξε στους Έλληνες ότι μπορούσαν να νικήσουν τους Πέρσες.Κατά τους σύγχρονους ιστορικούς και μελετητές, η μάχη στον Μαραθώνα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία της ανθρωπότητας.
   
   Η επανάσταση ξεκίνησε μετά την αποτυχημένη πολιορκία της Νάξου από τον Μιλήσιο τύραννο Αρισταγόρα και τον Αρταφέρνη (πατέρα του Αρταφέρνη που συμμετείχε στη μάχη του Μαραθώνα).[ Ο Αρισταγόρας, προβλέποντας ότι θα πέσει στην δυσμένεια του Δαρείου κήρυξε τη Μίλητο δημοκρατία και το παράδειγμα του ακολούθησαν και άλλες ιωνικές πόλεις. Τότε, ο Αρισταγόρας πήγε στην Ελλάδα για να ζητήσει βοήθεια την οποία έδωσαν τελικά η Αθήνα και η Ερέτρια.
     Από την Αθήνα στάλθηκαν είκοσι τριήρεις, ενώ άλλες πέντε στάλθηκαν από την Ερέτρια.Οι Έλληνες κατάφεραν να καταστρέψουν τις Σάρδεις αλλά παρ' ολ' αυτά, ο ελληνικός στρατός καταστράφηκε. Η Ιωνική Επανάσταση έληξε με νίκη του περσικού στόλου το 493 π.Χ και αργότερα ο Δαρείος επέκτεινε την αυτοκρατορία του στο Ανατολικό Αιγαίο και στην Προποντίδα. Το 492 π.Χ, καθώς η Ιωνική Επανάσταση είχε λήξει, ο Δαρείος έστειλε στρατό, υπό την ηγεσία του Μαρδόνιου, ο οποίος ανάκτησε τη Θράκη και ανάγκασε τους Μακεδόνες να συμμαχήσουν με την Περσία - τελικά, όμως, ο περσικός στόλος καταστράφηκε λόγω θύελλας στο Όρος Άθως.
     Μετά από δύο έτη, ο Δαρείος - που είχε συμβούλους στην αυλή του τους εξόριστους από την Αθήνα Πεισιστρατίδες και τον επίσης εξόριστο βασιλιά της Σπάρτης Δημάρατο - έστειλε στρατό στην Ελλάδα, υπό την ηγεσία του Αρταφέρνη (γιο του σατράπη των Σαρδέων) και του Δάτη (Μήδου ναύαρχου), με διαταγές να καταλάβουν τις Κυκλάδες, να τιμωρήσουν τη Νάξο για την αντίσταση κατά των Περσών (πριν την Ιωνική Επανάσταση) και να τιμωρήσουν τις πόλεις της Αθήνας και της Ερέτριας. Αφού κατέλαβαν το Αιγαίο, οι Πέρσες επιτέθηκαν στην Ερέτρια. Παρά την αντίσταση της, ο Εύφορβος ο Αλκιμάχου και ο Φίλαγρος ο Κυνέου άνοιξαν τις πύλες της πόλης στους Πέρσες, οι οποίοι την κατέστρεψαν και έστειλαν πολλούς αιχμάλωτους στην Περσία. Τότε, οι Πέρσες κινήθηκαν προς την Αθήνα.
     Οι Πέρσες, αφού πέρασαν την Αττική, στρατοπέδευσαν στον Μαραθώνα (40 χιλιόμετρα από την Αθήνα) μετά από συμβουλή του Ιππία. Αρχηγός της αθηναϊκής δύναμης ήταν ο Μιλτιάδης, ο οποίος ήξερε καλά τις περσικές τακτικές, γι' αυτό και οι Αθηναίοι αποφάσισαν να κλείσουν τις δύο εξόδους των στενών του Μαραθώνα.Ταυτόχρονα, ο Φειδιππίδης, κήρυκας και δρομέας από την Αθήνα, στάλθηκε στη Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια, αλλά οι Σπαρτιάτες, επικαλούμενοι θρησκευτικούς λόγους, απάντησαν ότι θα στείλουν στρατό μετά την πανσέληνο. Μόνο χίλιοι οπλίτες από τις Πλαταιές έφθασαν στον Μαραθώνα για να βοηθήσουν τους Αθηναίους.


        Για πέντε ημέρες, οι δύο στρατοί δεν αποφάσιζαν να επιτεθούν ο ένας στον άλλο. Τα πλευρά των Αθηναίων, όπως δηλώνει ο Κορνήλιος Νέπως, ήταν καλά προστατευμένα από τους ψηλούς λόφους. Κατά τον Τομ Χόλλαντ, αυτό εξυπηρετούσε τη στρατηγική των Αθηναίων, οι οποίοι περίμεναν την άφιξη των Σπαρτιατών.Οι Αθηναίοι είχαν στη διοίκηση τους δέκα στρατηγούς, ένα από κάθε φυλή -πολέμαρχος ήταν ο Καλλίμαχος ο Αφιδναίος.Ο Ηρόδοτος γράφει ότι κάθε ημέρα διοικούσε ένας στρατηγός - γι' αυτό, ο Μιλτιάδης αποφάσισε να επιτεθεί την ημέρα, κατά την οποία διοικητής του στρατού θα ήταν ο ίδιος. Κατά τους σύγχρονους ιστορικούς, οι Αθηναίοι θα διακινδύνευαν πολλά αν επετίθεντο πριν από την άφιξη των Σπαρτιατών.Ούτε οι Πέρσες ούτε οι Έλληνες ήθελαν να διακινδυνεύσουν μια μάχη.Παρ' ολ' αυτά, παραμένει άγνωστη η αιτία που οδήγησε τους Αθηναίους να επιτεθούν. Σύμφωνα με μια εκδοχή, οι Αθηναίοι είχαν μάθει από τους Ίωνες ότι οι Πέρσες απομάκρυναν τον ιππικό τους.
      Υπήρξαν πολλές παραλλαγές της θεωρίας αυτής, αλλά σύμφωνα με ιστορικούς, το περσικό ιππικό είχε μεταφερθεί στα πλοία, έτσι ώστε να επιτεθεί στην Αθήνα όσο το πεζικό θα αντιμετώπιζε τους Αθηναίους στον Μαραθώνα - αυτή η παραλλαγή βασίζεται στην αναφορά του Ηροδότου, ότι το περσικό πεζικό έπλευσε γύρω από το Σούνιο για να επιτεθεί στην Αθήνα.Κατά τον Λάζενμπυ, οι Πέρσες βάδισαν για να επιτεθούν στους Αθηναίους, κάτι που οδήγησε στην αρχή της μάχης - αργότερα όμως, βλέποντας τους Πέρσες να προωθούνται, οι Αθηναίοι αποφάσισαν να τους επιτεθούν. Δεν είναι σαφές ποια από τις δύο θεωρίες είναι η ορθότερη, παρ´ ολ´ αυτά είναι αποδεκτή κάποια δραστηριότητα των Περσών κατά την πέμπτη μέρα.

Έγιναν πολλές προσπάθειες για να βρεθεί η ακριβής ημερομηνία της μάχης. Κατά τους ιστορικούς, ο Ηρόδοτος χρονολογεί τα γεγονότα με το ηλιοσεληνιακό ημερολόγιο (συνδυασμός του ηλιακού και του σεληνιακού ημερολογίου). Κατά τον Philipp August Böckh, η μάχη διεξήχθη στις 12 Σεπτεμβρίου (κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο). Παρ' ολ' αυτά, φαίνεται ότι η κάθε ελληνική πόλη-κράτος είχε το δικό της ημερολόγιο - η ημερομηνία της μάχης εξαρτάται επίσης από την ημερομηνία που γιόρταζαν οι Σπαρτιάτες τα Κάρνεια. Θεωρείται πιθανό το γεγονός ότι το ημερολόγιο των Σπαρτιατών βρισκόταν κατά ένα μήνα πίσω από το αθηναϊκό, άρα η μάχη (κατά το σπαρτιατικό ημερολόγιο) διεξήχθη στις 12 Αυγούστου.
Η Ελληνική Φάλαγγα

         Ο Ηρόδοτος δεν αναφέρεται στο μέγεθος του αθηναϊκού στρατού - από την άλλη, ο Κορνήλιος Νέπως, ο Παυσανίας και ο Πλούταρχος δηλώνουν ότι οι Αθηναίοι διέθεταν 9.000 οπλίτες (και άλλους χίλιους από τις Πλαταιές), αν και ο Ιουστίνος αναφέρει ότι στη μάχη συμμετείχαν 10.000 Αθηναίοι και 1.000 Πλαταιείς.Αυτοί οι αριθμοί είχαν συγκριθεί μ' αυτούς που δίνει ο Ηρόδοτος για τη μάχη των Πλαταιών.Ο Παυσανίας περιγράφει επίσης ένα μνημείο προς τιμή των δούλων, οι οποίοι απελευθερώθηκαν λόγω της συνεισφοράς τους στον Μαραθώνα.
Κατά τον Ηρόδοτο, ο περσικός στόλος είχε 600 τριήρεις - δεν αναφέρει ωστόσο το μέγεθος του περσικού στρατού, αν και γράφει ότι ήταν πολύ καλά προετοιμασμένος.Ο Σιμωνίδης ο Κείος γράφει ότι οι Πέρσες διέθεταν 200.000 στρατιώτες - ο Κορνήλιος Νέπως γράφει ότι οι Πέρσες είχαν 200.000 άνδρες πεζικό και 10.000 άνδρες ιππικό (από αυτούς σχεδόν οι μισοί πολέμησαν στον Μαραθώνα, ενώ οι υπόλοιποι στάλθηκαν στο Σούνιο). Ο Πλούταρχος και ο Παυσανίας αναφέρουν, ότι οι Πέρσες είχαν 300.000 στρατιώτες.Ο Πλάτωνας και ο Λυσίας αναφέρουν ότι οι Πέρσες είχαν 500.000 στρατιώτες - ο Ιουστίνος δηλώνει ότι οι Πέρσες διέθεταν 600.000 άνδρες.Κατά τους σύγχρονους ιστορικούς, οι Πέρσες διέθεταν από είκοσι με εκατό χιλιάδες άνδρες πεζικό και χίλιους ιππείς.
         Ακόμα και αν οι Αθηναίοι συγκέντρωναν όλους τους διαθέσιμους οπλίτες στο Μαραθώνα, η αριθμητική υπεροχή των Περσών θα ήταν τουλάχιστον δύο προς ένα. Επιπλέον, αν τους συγκέντρωναν όλους στο Μαραθώνα, οι Πέρσες θα μπορούσαν να επιτεθούν στην Αθήνα χωρίς να συναντήσουν αντίσταση και μια πιθανή ήττα στον Μαραθώνα θα σήμαινε την καταστροφή της Αθήνας, καθώς δεν θα είχε στρατό για να αμυνθεί. Γι' αυτό οι Αθηναίοι αποφάσισαν να κλείσουν τις δύο εξόδους των στενών, όπου μπορούσαν να περιμένουν τους Σπαρτιάτες - αυτό θα δυσκόλευε τους Πέρσες να επιτεθούν στην Αθήνα.
         Οι Πέρσες είχαν κυρίως ελαφρύ πεζικό, το οποίο δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει σε μετωπική επίθεση (όπως αποδείχθηκε στις Θερμοπύλες (480 π.Χ.) και στις Πλαταιές (479 π.Χ.)) - γι' αυτό οι Πέρσες ήταν διστακτικοί και απρόθυμοι να επιτεθούν. Αν η απουσία του πέρσικου ιππικού οδήγησε σε αθηναϊκή επίθεση, σημαίνει ότι ένα μειονέκτημα για τους Αθηναίους (η πλαγιοκόπηση από το περσικό ιππικό) μετατρέπονταν σε ένα κύριο πλεονέκτημα - αλλά, είναι πιθανόν ότι οι Πέρσες επιτέθηκαν, γι' αυτό και οι Αθηναίοι αντέδρασαν. Η στατική αμυντική θέση, κατά τον Λάζενμπαι, είχε λίγη λογική για τους Έλληνες, καθώς οι οπλίτες ήταν περισσότερο δυνατοί σε μάχη σώμα με σώμα. Κατά μια άλλη εκδοχή, ίσως οι Πέρσες επιτέθηκαν επειδή έμαθαν (ή υποψιάστηκαν) για πιθανές ενισχύσεις από τη Σπάρτη - είτε κατάλαβαν ότι δεν μπορούσαν να μείνουν στον Μαραθώνα για πάντα.
Η Α' Φάση της μάχης
        Η απόσταση μεταξύ των δύο στρατών ήταν λιγότερη από οκτώ στάδια (ή 1.5 χιλιόμετρα).Στο κέντρο της αθηναϊκής παράταξης βρίσκονταν στρατιώτες της Λεοντίδας φυλής (με αρχηγό τον Θεμιστοκλή) και της Αντιοχίδας φυλής (με αρχηγό τον Αριστείδη), οι οποίοι ήταν παραταγμένοι στις τάξεις των τεσσάρων, ενώ στα πλευρά βρίσκονταν οι υπόλοιπες φυλές και οι Πλαταιείς, οι οποίοι ήταν παραταγμένοι στις τάξεις των οκτώ. Η μεγάλη συμβολή του Μιλτιάδη στη νίκη αυτή ήταν ότι ενίσχυσε τις πτέρυγες της αθηναϊκής παράταξης εις βάρος του κέντρου της, πράγμα που επέτρεψε την περικύκλωση της περσικής παράταξης.
Οι Αθηναίοι επιτέθηκαν και έφτασαν κοντά στις περσικές γραμμές - ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Αθηναίοι ήταν οι πρώτοι Έλληνες που άντεξαν τους Μήδες, το όνομα των οποίων προκαλούσε τρόμο.
Η Β' Φάση της μάχης


       Τα αθηναϊκά πλευρά κατέστρεψαν τις περσικές γραμμές και περικύκλωσαν το ισχυρό κέντρο των Περσών - η μάχη έληξε με υποχώρηση του κέντρου των Περσών στα πλοία.Αρκετοί Πέρσες σκοτώθηκαν στους βάλτους, την ύπαρξη των οποίων αγνοούσαν.Οι Αθηναίοι επιτέθηκαν στα περσικά πλοία και κατάφεραν να καταστρέψουν επτά απ' αυτά.Ο Ηρόδοτος αναφέρεται στον Κυναίγειρο, αδερφό του Αισχύλου, ο οποίος προσπάθησε να τραβήξει μια περσική τριήρη, αλλά οι Πέρσες του έκοψαν το χέρι, με αποτέλεσμα να πεθάνει.Κατά τον Ηρόδοτο, οι Πέρσες έχασαν 6.400 άνδρες στο πεδίο της μάχης, ενώ παραμένει άγνωστος ο αριθμός των νεκρών κατά την υποχώρηση. Στη μάχη σκοτώθηκαν 192 Αθηναίοι και 11 Πλαταιείς - σ' αυτή τη μάχη σκοτώθηκαν επίσης ο πολέμαρχος Καλλίμαχος και ο στρατηγός Στησίλεως ο Θρασύλεω.
       Μετά τη μάχη, ο περσικός στόλος έπλευσε γύρω από το Σούνιο για να επιτεθεί στην Αθήνα - οι Αθηναίοι, καθώς κατάλαβαν ότι η πόλη τους βρισκόταν υπό απειλή, βάδισαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι κατάφεραν να φθάσουν νωρίτερα απ' ότι οι Πέρσες, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να υποχωρήσουν.Ο Ηρόδοτος αναφέρεται στη συμμαχία των Περσών και των Αλκμεωνιδών - οι τελευταίοι είχαν δώσει ένα σήμα μετά τη μάχη.Αργότερα, στο πεδίο της μάχης είχαν φτάσει οι Σπαρτιάτες - βλέποντας τα πτώματα των Περσών αναγνώρισαν τη μεγάλη νίκη των Αθηναίων.
        Ο Δαρείος άρχισε να συγκεντρώνει μεγάλο στρατό για να επιτεθεί ξανά στην Ελλάδα, αλλά τα σχέδια του αναβλήθηκαν λόγω της εξέγερσης στην Αίγυπτο. Πέθανε σε λίγο και στον θρόνο ανέβηκε ο γιος του Ξέρξης Α'.Ο Ξέρξης ανακατέλαβε την Αίγυπτο και άρχισε ξανά τις προετοιμασίες για εισβολή στην Ελλάδα. Η δεύτερη επίθεση των Περσών ξεκίνησε το 480 π.Χ, με επιτυχίες στις Θερμοπύλες και στο Αρτεμίσιο, αλλά οι Έλληνες πέτυχαν νίκες στη Σαλαμίνα, στις Πλαταιές και στη Μυκάλη και ανάγκασαν τους Πέρσες να υποχωρήσουν.

πηγή: http://el.wikipedia.org